Ιουλία Σουκάκου, Για την Παυλίνα

•5 Μαρτίου, 2018 • Σχολιάστε

18033387_10212927506012153_7319314355296953029_n

Ο τίτλος της πρώτης ποιητικής συλλογής της Παυλίνας Μάρβιν μάς παραπέμπει σε μια προσωπική εξομολόγηση : στις  ιστορίες από τον δικό της κόσμο,  σαν να προειδοποιεί ότι αυτές οι ιστορίες, αυτός ο κόσμος της, δεν μας αφορούν. Προετοιμαζόμαστε, λοιπόν, κι εμείς να κρυφοκοιτάξουμε από την κλειδαρότρυπα τον μικρόκοσμό της, τις προσωπικές εμπειρίες, τα παιδικά βιώματα,  τις ερωτικές περιπέτειες, όλα αυτά ιδωμένα υπό το πρίσμα της ποιητικής της γραφής. Γνωρίζουμε άλλωστε ότι το βιωματικό στοιχείο αποτελεί συνήθως τη μαγιά  για τις πρώτες καλλιτεχνικές απόπειρες ενός νέου δημιουργού.

Ωστόσο, καθώς ξεφυλλίζουμε τις σελίδες, με έκπληξη συνειδητοποιούμε  ότι κανένα από τα ποίηματα και  πεζά κείμενά της  δεν περιορίζεται σε μία απλή εξομολόγηση, αλλά, με αφετηρία το προσωπικό βίωμα, αποκαλύπτεται ένα  σύμπαν ιστοριών άλλων προσώπων,  που αφορούν τόσο στο άμεσο περιβάλλον της -τωρινές και προηγούμενες γενιές που την καθόρισαν -όσο και ανθρώπους που  βρέθηκαν στο πέρασμά της  μόνο ως ιστορικά ανάγνωσματα –ενδεικτικά αναφέρω τα  ποιήματα με πρωταγωνιστικούς ήρωες τον Νέρωνα και την Anna Ebeler.

Υπό το πρίσμα αυτής της οπτικής,  η Παυλίνα μάς προκαλεί να αντικρίσουμε την Ιστορία ως επιστήμη από μια άλλη γοητευτική σκοπιά, που αλυσιδωτά  εμπλέκει και εμάς τους αναγνώστες, καθώς αναγνωρίζουμε τη ζωή  μας μέσα σ’ ένα σκηνικό, ένα πλέγμα καταστάσεων που αρχικά δεν μας αφορούσε… Πρόκειται για τη συνάντηση της Ιστορίας με τη λογοτεχνία, μια συνάντηση που υπερβαίνει την αποστολή της ως επιστήμης, αποτινάσσει την παρωχημένη πανοπλία της αντικειμενικότητας, ζωντανεύοντας πρόσωπα του παρελθόντος με οδηγό την άμεση αφήγηση. Προσιδιάζει δηλαδή με την προφορική μαρτυρία  ανθρώπου που έζησε, προκάλεσε, πρωταγωνίστησε σε  ένα ιστορικό γεγονός. Άλλωστε πώς θα μπορούσαμε να προσεγγίσουμε την ιστορία αν όχι μέσα από τη δράση του υποκειμένου, την αποτύπωση της στιγμής κατά την οποία  υποτάσσεται, εξεγείρεται, δημιουργεί ή καταστρέφει;

Στη γραφή της Παυλίνας  τονίζεται  η άμεση σχέση της ποίησης με τη μνήμη, καθώς αναδεικνύει πρόσωπα που δεν περιορίζονται μόνο στην μερικότητα της ζωής τους, αλλά ανάγονται σε σύμβολα μιας άλλης εποχής. Αποκαλύπτει δηλαδή  τη ζωή καθημερινών ανθρώπων, των δικών μας ανθρώπων , μιας γενιάς που έφυγε στερώντας από εμάς, τη «συνενοχή» για τα βιώματα που  μοιραστήκαμε μαζί της. Και στο σημείο αυτό, επιθυμώ να επικεντρωθώ σε ένα πρόσωπο / πολυσήμαντο σύμβολο, όπως πρωταγωνιστεί στην ενότητα Γεια σου γιαγιά.

Στη «Μαύρη μαγειρίτσα» η εγγονή, γυναίκα πια,  κόβει ασθμαίνοντας το φλεμόνι για τις ανάγκες της πασχαλινής Ανάστασης, τη στιγμή που «δαιμόνιες μητέρες κατσαρόλες τσιρίζουν να επισπεύσει». Αυτός ο στίχος με προκαλεί να αναρωτηθώ για το ποιον αυτής της κατσαρόλας, καθώς όλα εκεί μέσα «μαγειρεύονται» . Όλα μέσα από εκεί προκύπτουν ή δεν προκύπτουν. Μήπως η δαιμόνια κατσαρόλα  είναι αυτή  που επιτάσσει τους δικούς της νόμους για τις  μελλοντικές γενιές, που φιλοδοξεί να ορίσει τον θάνατο –  άραγε μόνο των γατιών; – που ελέγχει τη ζωή («Γιαγιά, δεν θα το πιστέψεις έξοχα πως κάνω το ψητό», θα ομολογήσει το ποιητικό υποκείμενο ), η κατσαρόλα που καθοδηγεί γιους, κόρες και εγγόνια («Πρόσεξέ τον αυτόν , μου λεει, μη σε φουχτώσει»,  θα προειδοποιήσει η γιαγιά την εγγονή). Ωστόσο ας θέσουμε ένα ακόμη ερώτημα: Πρόκειται πράγματι για τη μητέρα- κατσαρόλα  ή μήπως  για την κατσαρόλα που μαγειρεύει τη μητέρα, τη γιαγιά  και, συνακόλουθα, τις επόμενες γενιές; Μήπως πρόκειται για την κατσαρόλα – μηχανή, που παράγει  κουλτούρα μαγειρικής, γευστικές απολαύσεις, ρυθμίζει τους οικογενειακούς δεσμούς στο γιορτινό τραπέζι, και, την ίδια στιγμή, ως μήτρα του μεσογειακού πολιτισμού, ως παράδοση, ως  ιστορία διαμορφώνει το ηθικό κι εξορθολογίζει το ανήθικο;

Θέλω όμως να επικεντρωθώ στη γιαγιά ως ένα άμεσα εμπλεκόμενο πρόσωπο σε αυτήν τη  δαιμόνια κατσαρόλα, λαμβάνοντας στοιχεία από άλλες ποιητικές αναφορές της Παυλίνας. Το πρόσωπο αυτό ως φορέας μιας βαθιάς ιστορικής δομής εγκολπώνει χαρακτηριστικά τόσο της λαϊκής όσο και της προσφυγικής μικρασιατικής ταυτότητας – στην περίπτωση μου, είναι και δική μου γιαγιά. Παρά το γεγονός ότι συνιστά πρόσωπο μιας λαϊκής γειτονιάς, γράφει ρομαντικά ποιήματα για τον έρωτα, της αρέσουν τα κοσμήματα, διαθέτει μια τεράστια συλλογή από καπέλα, θεωρεί την εκκλησία ως ένα εξαιρετικά διασκεδαστικό κοσμικό πάρτυ. Είναι η γιαγιά που ταϊζει την εγγονή με «λαδοζαχαρωμένο ψωμί και φέτες με μπελτέ», εδέσματα της μετακατοχικής περιόδου. Είναι η γιαγιά που δίνει οδηγίες στη νέα φύτρα, την εγγονή της, πώς να σφουγγαρίζει «με βρεγμένο πανί, σκυμμένη στα τέσσερα», σύμφωνα με το μικρασιατικό πρότυπο, πώς να φοράει το κραγιόν, πώς να φτιάχνει το ψητό . Είναι η γιαγιά που μεταβιβάζει ένα «αντικανονικό» μοντέλο ζωής, χωρίς αντίκρυσμα στη σύγχρονη εποχή της εγγονής.  Γιατί η ζωή της γιαγιάς έχει παρέλθει και δεν θα επιστρέψει παρά μόνο στον ονειρικό κόσμο της γυναίκας – εγγονής, καθώς ανασκάπτει με φτυάρια φλοράλ, τη γιαγιά, τον γάτο Ρομίλ, την παιδικότητα, τη μνήμη, εκβιάζοντας την Ανάσταση.

 

Η ενότητα Ψυχοϊστορία περιλαμβάνει τρία ποιήματα, Τραλαλάθη, Πώς διέψευσε ο Νέρων τον δυσφημιστή γελωτοποιό του λίγο πριν αποδημήσει, Ρώμη 68 π.Χ. και την Απολογία της Anna Ebeler στην Αυγούστα, Ιανουάριος 1669.

Στα δύο τελευταία ποιήματα εκτός από το αινιγματικό περιεχόμενό τους εντοπίζουμε κάποια κοινά στοιχεία. Κατ’ αρχάς μας μεταφέρουν στην πιο τυπική διάσταση της ιστορικής επιστήμης, καθώς αναπαριστούν ένα  μη βιωμένο μακρινό παρελθόν. Τα πρόσωπα, υπαρκτά στην ιστορία αλλά ξαναπλασμένα  από τη γραφή της Παυλίνας, ζωντανεύουν μπροστά μας μέσα από υποτιθέμενες ομολογίες τους, γνωστοποιώντας μια άγνωστη (;;)σε μας όψη της ιστορίας.

Ωστόσο εντοπίζουμε και  μια αντίθεση: Από τη μία πλευρά ο Νέρων,  ο φιλότεχνος, ο εκφραστής της εξουσίας, παρουσιάζεται να ομολογεί εγκληματικές πράξεις που στην ιστορική πραγματικότητα πεισματικά αρνιόταν, ότι δηλαδή ο ίδιος διέπραξε όλα τα εγκλήματα σε βάρος της μητέρας του, σε βάρος της Ρώμης κλπ. Θα γελοιοποιήσει όμως την κυνική ομολογία του,  καθώς απευθύνεται σ’ έναν …. δυσφημιστή γελωτοποιό . Από την άλλη πλευρά, η Anna Ebeler ενσαρκώνει τα πρόσωπα εκείνα που η επίσημη ιστοριογραφία της εποχής  καταδίκασε στην αφάνεια. Πρόκειται για τις φωνές εκείνες των λαϊκών υπάλληλων στρωμάτων, των οποίων κάθε αμφισβήτηση  ή ιδιαιτερότητα στοχοποιήθηκε βάναυσα από την κοσμική και θρησκευτική εξουσία με την κατηγορία του αιρετικού ή της μάγισσας. H Anna Ebeler, αντίθετα με τον Νέρωνα, όχι μόνο θα παραδεχτεί μια παράλογη κατηγορία εις βάρος της, αλλά θα αντιμετωπίσει με  σαρκασμό τους ιεροεξεταστές,  θα τους βγάλει τη γλώσσα μέσα από την ομοιοκαταληξία του παιχνιδιάρικου λόγου της,  ενώ οι οργισμένες απειλές της προς τον δικαστή ανάγονται ταυτόχρονα σε μια κραυγή διαμαρτυρίας των αφανών ανθρώπων – υπηκόων απέναντι στην επίσημη Ιστορία που τους φιμώνει.

Ωστόσο η προσωπογραφία αυτή εγείρει ένα δίλημμα που ίσως αναδεικνύει την πολυσήμαντη ιστορική  αλλά και διαχρονική διάσταση αυτού του ποιήματος. Μήπως η Anna Ebeler ομολογεί ένα έγκλημα που διέπραξε στην πραγματικότητα; Μήπως, τελικά, δολοφόνησε όλα εκείνα τα παιδιά ως εκδίκηση για την υποτιμητική αντιμετώπιση που εισέπρατε από την κοινωνία; Το βέβαιο είναι πως η Anna Ebeler, ασχέτως με το αληθές ή μη της κατηγορίας της,  δίνει μια δυνατή κλωτσιά στην κατσαρόλα της «Mαύρης μαγειρίτσας». Αντιτίθεται στον μηχανισμό του πολιτισμού που παράγει μητέρες, γιαγιάδες ,γιους, εγγόνια, απέναντι στην κυριαρχική πατριαρχική δομή της οικογένειας. Η Anna Ebeler  δεν σκοπεύει ούτε να μαγειρέψει ούτε να μαγειρευτεί μέσα στην κατσαρόλα, διότι θα αφήσει να κυλήσει άσκοπα  το αίμα της γονιμότητας, φρέσκο ανάμεσα στα μπούτια της.

Επιθυμώ να ολοκληρώσω τις σκέψεις μου για την ποιητική συλλογή της Παυλίνας με μία κάπως αμήχανη διαπίστωση.  Αν λάβουμε ως δεδομένο ότι μέσω της ποίησης το παρελθόν συνδέεται άμεσα με το δικό μας παρόν, αν θεωρήσουμε ως  δεδομένη την επιθυμία του δημιουργού, συνειδητή ή μη, να αρθρώσει έναν λόγο αλληγορικό, στους κόλπους του οποίου ενυπάρχει η κοσμοθεωρία του, η θέση του για το δικό μας παρόν,  θα βρεθούμε αντιμέτωποι με κάποια ερωτήματα /αινίγματα στο έργο της Παυλίνας:

Γιατί άραγε επέλεξε, στην εποχή μας, να παρουσιάσει την προσωπικότητα του Νέρωνα κι όχι, ας πούμε, του Γράκχου;

Γιατί επέλεξε να ζωντανέψει την υποτιθέμενη μαρτυρία της Anna Ebeler;;

Γιατί στην ενότητα Ψυχοϊστορία τα παραπάνω ποιήματα προσδιορίζουν με σαφή Καβαφικό τρόπο τα ονόματα των ιστορικών προσώπων και τις εποχές τους, ενώ το πρώτο ποίημα της ενότητας «Τραλαλάθη» διακρίνεται για την ασάφειά του ως προς τον ιστορικό προσδιορισμό;  Ποιον άνθρωπο, ποιον κόσμο κρύβουν τα Τραλαλάθη, Παυλίνα;

 

Φωτογραφία: Τατιάνα